Αυτός είναι ο κόσμος μας… Ένας κόσμος χτισμένος για τους πολλούς! Βγαίνοντας μια βόλτα έξω σού είναι πολύ εύκολο να παρκάρεις μπροστά σε ράμπα αναπήρων, ακόμα ευκολότερο να κατακρίνεις δύο ερωτευμένους άντρες, να κοιτάξεις με απέχθεια έναν εύσωμο στο γυμναστήριο και να θεωρήσεις ξένο οποιονδήποτε δεν έχει δύο γονείς Έλληνες. Σε αυτούς τους καιρούς ζούμε κι αυτούς τους καιρούς υποστηρίζουμε ως γενιά, αφού επαναστάτες πια συναντάμε μόνο στα παλιά βιβλία Ιστορίας.

Άλλωστε, η πλειοψηφία ανέκαθεν θεωρούσε ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμά της να κρίνει την όποια μειονότητα -πάντοτε, βέβαια, εκ του ασφαλούς. Χωρίσαμε τους ανθρώπους σε ομάδες και προσέχουμε να επιλέγουμε την πιο διαδεδομένη, την πιο κοινή, την πιο αποδεκτή και κάποτε την πιο συνηθισμένη. Κι αφού επιδιώξουμε να γίνουμε ακριβώς σαν τους άλλους και κρύψουμε βιαστικά κάτω απ’ το χαλί τις ιδιαιτερότητες που μας κάνουν διαφορετικούς, θεωρούμε τους εαυτούς μας παραδείγματα προς μίμηση, κάποτε τέλειους και κάποτε έστω “καλούς”. Κι όποιον τόλμησε να ξεχωρίσει απ’ την πλειοψηφία και να πάρει το μέρος όσων θέλουν «φαίνεσθαι» κι «είναι» να ταυτίζονται, υποστηρίζοντας την αλήθεια τους, τον δείχνουμε με το δάχτυλο, σαν “κακό”, ατελή, σαν παραφωνία της φύσης.

Παραδείγματα; Πολλά. Όποιος περπατάει στα δύο πόδια δεν πρόσεξε ποτέ πόσο δύσκολο είναι να μετακινηθείς στην Ελλάδα με το αναπηρικό καροτσάκι. Όποιος γεννήθηκε (από τύχη!) με το φύλο που μπορεί να υποστηρίξει ως χαρακτήρας δεν κατάλαβε ποτέ τον πόνο εκείνου που έχει κρυμμένη ψυχή σε λάθος σώμα. Όποιος είναι ευκατάστατος, εύκολα θα πει τεμπέλη εκείνον που ψάχνει και δε βρίσκει δουλειά. Όποιος είναι λεπτός κι όμορφος θα σχολιάζει ψιθυριστά με την παρέα του έναν υπέρβαρο άνθρωπο. Μα, τελικά, όποιος είναι ή θέλει να λέγεται άνθρωπος δε θα έκανε τίποτα από όλα αυτά. Γιατί ο άνθρωπος τον άνθρωπο θα τον κοιτάξει ισότιμα, με σεβασμό και κατανόηση. Κάπου μέσα στον δρόμο του κοινωνικά αποδεκτού, μάλλον αφήσαμε πίσω την ανθρωπιά μας, που πλέον λίγοι διατηρούν, κι έτσι ξεχωρίζει μες στη σπανιότητά της.

Η αλήθεια; Αν όλοι είχαμε το θάρρος να επαναστατήσουμε στην εποχή της μαζοποίησης, αν όλοι είχαμε τη φωνή για να υπερασπιστούμε τις ιδιαιτερότητες που μας κάνουν μοναδικούς και μας προσφέρουν την πιο αυθεντική εκδοχή του εαυτού μας, δε θα υπήρχε καμία πλειοψηφία να μας κρίνει. Γιατί οι πολλοί δεν είναι οι φυσιολογικοί, είναι απλώς οι δειλοί. Εκείνοι που κυνηγώντας το τέλειο και το κοινωνικά αποδεκτό κι αξιοθαύμαστο, έχασαν κάθε μικρή πινελιά χρώματος που τους έκανε, εν τέλει, ξεχωριστούς. Κι έμειναν ένα άχρωμο αντίγραφο, στον φόβο μιας αρνητικής κρίσης των όμορφων χρωμάτων τους.

Τη λύση μην την ψάχνεις στις ομάδες των πολλών ή των λίγων, η επανάσταση δε θέλει πολυκοσμία. Θέλει μια ψυχή αποφασισμένη να αλλάξει τα κακώς κείμενα της γενιάς της, μια ψυχή που δε βλέπει ομάδες αλλά ανθρώπους, μια ψυχή ικανή να φωνάξει χωρίς να κάνει φασαρία, μια ψυχή ικανή να φανεί δίχως να δειχτεί ή να δείξει. Μια ψυχή με δύναμη αυτόφωτη, μια ψυχή που κοιμάται σήμερα μέσα σου εξαιτίας των πολλών, μα αρκεί μόνο ένα λεπτό για να την κάνεις πάλι δική σου και να αλλάξεις έναν κόσμο χτισμένο για πολλούς, σε ένα καλύτερο αύριο χτισμένο για ανθρώπους!